- υπαιθρισμός
- ο, Ν(καλ. τέχν.) α) πρακτική τής ζωγραφικής στο ύπαιθρο, σε αντιδιαστολή προς τη ζωγραφική τού εργαστηρίου, η οποία έχει ως στόχο να συλλάβει και να αποδώσει την αμεσότητα τού φυσικού τοπίου, όπως το φως, το χρώμαβ) πίνακας, τοπιογραφία που δίνει την έντονη εντύπωση τού ανοιχτού χώρου.
Dictionary of Greek. 2013.